Thumbnail

Σχολική εκπαίδευση...σε καθεστώς κρίσης Σχολική εκπαίδευση...σε καθεστώς κρίσης

H Χριστίνα Χατζησωτηρίου, επίκουρη καθηγήτρια διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, μας μιλάει για τη νέα σχολική πραγματικότητα την οποία βιώνουμε από σήμερα γονείς και μαθητές
Η μετάβαση από το "μένουμε σπίτι" στο "μένουμε ασφαλείς", η νέα σχολική πραγματικότητα, η ψηφιακή ανισότητα, αλλά και τα θετικά που εμπεριέχει αυτή η κρίση, στη συνέντευξη που ακολουθεί.

Της Θεοδοσίας Κυριάκου 

Ποια είναι η νέα πραγματικότητα, με την οποία τα σχολεία ήρθαν αντιμέτωπα με την κρίση του κορωνοϊού;

Αυτή η κρίση, θεωρώ πως έχει διαμορφώσει ένα νέο κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό πλαίσιο, εντός του οποίου, τόσο ο δημόσιος βίος, όσο και η ιδιωτική μας ζωή, επανασυγκειμενοποιούνται. Αδιαμφισβήτητα, αυτή η πραγματικότητα δεν άφησε ανεπηρέαστη την εκπαίδευση. Για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η παγκόσμια κοινότητα έγινε μάρτυρας του αναγκαστικού κλεισίματος σχολείων και άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε πολυάριθμες χώρες. Δυστυχώς, το κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα «νόσησε» σοβαρά με την έλευση του ιού στο μικρό μας νησί. Συνεπώς, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τους τελευταίους δύο μήνες, το ζήτημα της παιδείας τίθεται υψηλά στην ατζέντα των ΜΜΕ και άλλων φορέων της κοινωνίας. Παρά τον αρχικό αποπροσανατολισμό που επέφερε η κρίση του κορωνοϊού, μπορεί δυνητικά να μας βοηθήσει να επαναπροσδιορίσουμε το όραμα, το νόημα και το περιεχόμενο της παιδείας. 

Στο παρόν στάδιο, επιχειρείται η σταδιακή επάνοδος μαθητών και εκπαιδευτικών στα σχολεία. Πόσο σύμφωνη σε βρίσκουν οι υφιστάμενοι σχεδιασμοί; 

Η μετάβαση από το «μένουμε σπίτι» στο «μένουμε ασφαλείς», συνοδεύτηκε από έντονες συζητήσεις αναφορικά με την επιστροφή της εκπαιδευτικής κοινότητας. Κατά εμένα, οι σχεδιασμοί του υπουργείου Παιδείας εστιάζουν αποκλειστικά στη δημοσιοποίηση αυστηρών πρωτοκόλλων υγείας. Εντούτοις, οι εγκύκλιοι (οι οποίοι αποστέλλονται πλέον κατευθείαν στα σχολεία, χωρίς να κοινοποιούνται στην επίσημη ιστοσελίδα του Υπουργείου) φαίνεται να έχουν τον χαρακτήρα πυθιακών χρησμών: «Ήξεις, αφήξεις». Εντούτοις, ιδιαίτερη έμφαση σ’ αυτήν την κρίση θα πρέπει να δώσουμε στη δυναμική της ανθρώπινης διαμεσολάβησης, η οποία «διηθίζεται» διαμέσου του «φίλτρου» της συναισθηματικής φόρτισης των άμεσα εμπλεκομένων. Συνεπώς, το Υπουργείο θα πρέπει να εστιάσει και στην ψυχο-κοινωνική κατάσταση των μαθητριών και των μαθητών και των γονιών τους, αλλά και των εκπαιδευτικών, η οποία σαφέστατα και επηρεάζει τη μαθησιακή διαδικασία. Δυστυχώς, όμως, η εργαλειοποίηση της πολιτικής διαμέσου του στείρου τεχνοκρατισμού έχει συχνά ως παράγωγο την αποξένωση των προτεινόμενων μέτρων από την «ενθάδε πραγματικότητα».  

ΔΙΑΒΑΣΕ: Άνοιγμα σχολείων: Η επόμενη μέρα, οι κίνδυνοι και ο ρόλος των γονιών και των εκπαιδευτικών

kathigitria

Πιστεύεις λοιπόν πως δεν δόθηκε η απαιτούμενη στήριξη σε ψυχοκοινωνικό επίπεδο των μαθητών και των μαθητριών, καθώς και των οικογενειών τους; 

Ναι, θεωρώ πως δεν δόθηκε η απαραίτητη προσοχή. Διανύσαμε και εξακολουθούμε εν μέρει να διανύουμε μια παρατεταμένη περίοδο εγκλεισμού, η οποία συχνά συνοδεύεται από αισθήματα απομόνωσης και πανικού. Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι την περίοδο του εγκλεισμού παρατηρήθηκε έξαρση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, με καταστροφικές κοινωνικές προεκτάσεις. Περαιτέρω, η κρίση του κορωνοϊού, καθώς και οι παρελκόμενες οικονομικές τις συνέπειες, γεννούν αισθήματα αγωνίας για το τι μέλλει γενέσθαι, που δεν αφήνουν ανεπηρέαστα τα παιδιά. Αρκετοί μαθητές και μαθήτριες της Γ΄ Λυκείου δηλώνουν ότι βιώνουν έντονο άγχος, μιας και μέσα σ’ αυτή την ήδη βεβαρημένη συναισθηματικά κατάσταση, καλούνται να προσέλθουν στις παγκύπριες εξετάσεις, το αποτέλεσμα των οποίων θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό τη μελλοντική επαγγελματική τους αποκατάσταση. Σ’ αυτό το νέο καθεστώς αβεβαιότητας, δεν υπήρξε οποιαδήποτε οργανωμένη πρωτοβουλία για παροχή είτε ψυχολογικής, είτε κοινωνικής υποστήριξης στα παιδιά εκ μέρους του Υπουργείου. Τέλος, η Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας φαίνεται να λάμπει διά της απουσίας της από οποιαδήποτε οργανωμένη προσπάθεια ή άλλες άτυπες πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών, όπως ενημέρωση των γονέων για το πώς μιλάμε στα παιδιά για τον κορωνοϊό, πώς απασχολούμε δημιουργικά τα παιδιά στο σπίτι, διαδικτυακές συζητήσεις για τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς των παιδιών και των γονέων, ή και διαδικτυακή συμβουλευτική στήριξη.  

 

Λόγω της πανδημίας χρειάστηκε κυριολεκτικά μέσα σε ένα βράδυ να μεταβούμε στο εξ αποστάσεως μοντέλο εκπαίδευσης. Σε ποιο βαθμό θεωρείς ότι ήμασταν έτοιμοι για αυτό το βήμα; 

Με το αναγκαστικό κλείσιμο των σχολείων, η εκπαιδευτική κοινότητα κλήθηκε να μεταβεί κυριολεκτικά εν μία νυκτί από τη συμβατική διδασκαλία σε συνθήκες πραγματικής τάξης στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Η μετάβαση αυτή συντελέστηκε ατάκτως και σε ρυθμούς σοκ, νοουμένου ότι δεν υπήρχε σαφής και συγκεκριμένος προσανατολισμός, απτό και προαποφασισμένο πλάνο δράσης, αλλά ούτε και ξεκάθαρη πολιτική καθοδήγηση. Ευλόγως, η παρούσα κρίση "γεννά" αρκετούς προβληματισμούς στους κριτικά σκεπτόμενους πολίτες. Γιατί ενώ στην εθνική μας στρατηγική υπό το σλόγκαν «Τροχοδρόμηση της ψηφιακής Κύπρου» γίνεται ιδιαίτερη μνεία στους στόχους ψηφιοποίησης της εκπαίδευσης και της ψηφιακής ενδυνάμωσης του ανθρώπινου δυναμικού, δεν αναπτύχθηκε κανένα πλάνο πραγμάτωσης των στόχων αυτών; Γιατί ενώ το υπουργείο Παιδείας διατηρούσε εδώ και 5 χρόνια σε ισχύ συλλογική συμφωνία για συγκεκριμένο λογισμικό, το οποίο λειτουργεί δυνητικά και ως εργαλείο εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (βλ. MS Teams), δεν θεώρησε αναγκαία την αξιοποίηση του στην προ Covid εποχή; Γιατί δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια επιμόρφωσης (για την αξιοποίηση αυτού του λογισμικού) των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των μαθητριών και των γονέων τους όλα αυτά τα χρόνια; Προφανώς, με το πέρας της πανδημίας και του κίνδυνου που ελλοχεύει για την υγεία των πολιτών, οι ιθύνοντες θα κληθούν (ή τουλάχιστον πρέπει να κληθούν) να απαντήσουν σ’ αυτά τα ερωτήματα-ερωτηματικά.

ΔΙΑΒΑΣΕ: Ο Δρ. Κωστρίκης εξήγησε τον λόγο που δεν ανοίγουν τα νηπιαγωγεία στην Κύπρο

Thumbnail

 

Στο πλαίσιο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης τίθεται το ζήτημα της ψηφιακής ανισότητας. Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε αυτό το ζήτημα ;      

Μια ιδιαιτέρως σημαντική πρόκληση για το το Υπουργείο, η οποία δεν λήφθηκε σοβαρά υπόψη, είναι το ζήτημα της ψηφιακής ανισότητας. Η ψηφιακή ανισότητα αναφέρεται στο χάσμα μεταξύ ατόμων ή ομάδων που επωφελούνται από τη χρήση νέων τεχνολογιών και των ατόμων ή ομάδων που δεν επωφελούνται λόγω διαφόρων κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το Υπουργείο, σε συνεργασία με επιχειρηματικούς φορείς, κατέβαλε προσπάθειες για να εξασφαλίσει πρόσβαση στο διαδίκτυο και σε εξοπλισμό (tablets) σε όλες τις οικογένειες με μαθητές  και μαθήτριες. Παρόλα αυτά, το Υπουργείο θα πρέπει να συμπεριλάβει στους σχεδιασμούς του συγκεκριμένες δράσεις για αντιμετώπιση και άλλων μορφών ψηφιακής ανισότητας, όπως η ανισότητα στην αυτόνομη χρήση των νέων τεχνολογιών, η ανισότητα στις ψηφιακές δεξιότητες και η ανισότητα στην κοινωνική υποστήριξη για χρήση των νέων τεχνολογιών. Για τον σκοπό αυτό, το Υπουργείο θα πρέπει επίσης να προσαρμόσει το σχέδιο ψηφιοποίησης της εκπαίδευσης στις επί μέρους ανάγκες των μαθητών και μαθητριών που έχουν αναπηρίες, προέρχονται από χαμηλότερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα ή είναι εν δυνάμει δίγλωσσοι.

Στην περίπτωση μη ολοκλήρωσης της φάσης της επανόδου όλων των μαθητριών και μαθητών στα θρανία, είτε λόγω αυξημένων κρουσμάτων, είτε λόγω ενός δεύτερου κύματος του ιού, το Υπουργείο ενδέχεται να  επανέλθει στο μοντέλο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Κατά τη γνώμη σου, σε ποιους πιθανούς σχεδιασμούς θα πρέπει από τώρα να προβεί, ώστε να είμαστε πιο έτοιμοι να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις αυτού του μοντέλου εκπαίδευσης;

Προφανώς, η απειλή μίας νέας έξαρσης του ιού καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για αποτελεσματικό ψηφιακό μετασχηματισμό της εκπαίδευσης. Η ανάγκη αυτή καλεί το Υπουργείο να ενώσει δυνάμεις με το νεοσύστατο Υφυπουργείο Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής, προκειμένου να συνεργαστούν αποδοτικά προς τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ της πολιτικής ρητορικής για ψηφιοποίηση της εκπαίδευσης και της εκπαιδευτικής πράξης, η οποία απέχει κατά παρασάγγας από τέτοιες καινές πλην κενές διακηρύξεις. Το Υπουργείο οφείλει να αναπτύξει ένα απτό και σαφές σχέδιο δράσης για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, το οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνει τις ακόλουθες συνιστώσες: αναλυτικά και ωρολόγια προγράμματα ειδικά σχεδιασμένα για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση και ομάδες ψηφιοποιημένου εκπαιδευτικού υλικού και εργαλείων. Παράλληλα, υπηρεσίες υποστήριξης για εκπαιδευτικούς, μαθητές/τριες και τους γονείς τους για επιτυχή συμμετοχή στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση, καθώς επίσης εκτεταμένη κατάρτιση στις ψηφιακές δεξιότητες, η οποία πρέπει να παρέχεται όχι μόνο στους και στις εκπαιδευτικούς, αλλά και στους μαθητές, τις μαθήτριες και τους γονείς τους. Επιπρόσθετα, ανάπτυξη μηχανισμών και δεικτών για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. 

Ποιες θα έλεγες ότι είναι οι  θετικές πτυχές σε αυτή την κρίση;

Ο ιός ως «παιδαγωγός» μπορεί να μας διδάξει πώς να διδάσκουμε στη μετα-Covid εποχή. Η τελευταία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, αποκορύφωμα της οποίας ήταν τα νέα αναλυτικά προγράμματα του 2010, επικεντρώθηκε στην απόδοση ενός ανθρωπιστικού χαρακτήρα στην εκπαίδευση, υποστηρίζοντας την ανάπτυξη του «ανθρώπινου και δημοκρατικού σχολείου». Μια δεκαετία αργότερα, η κρίση του κορωνοιού μάς καλεί να επαναπροσανατολίσουμε το εκπαιδευτικό μας σύστημα προς το παράδειγμα του τεχνο-ανθρωπισμού. Ο τεχνο-ανθρωπισμός στοχεύει στην αποτελεσματική αξιοποίηση της τεχνολογίας για την ανάπτυξη ενεργών πολιτών, οι οποίοι εργάζονται προς τη βελτίωση των κοινωνικών διεργασιών. Η τεχνολογία τίθεται συνεπώς στη διάθεση των πολιτών, οι οποίοι ενεργούν συλλογικά προκειμένου να επιφέρουν κοινωνικο-πολιτικές αλλαγές στα «κακώς έχοντα». Στο πλαίσιο αυτό, ο τεχνο-ανθρωπισμός είναι ασύμβατος με τη γνωσιοκεντρική προσέγγιση, που χαρακτηρίζει ακόμη και σήμερα το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Μια τέτοια προσέγγιση θα οδηγήσει τα παιδιά μας στην αποτυχία, σε έναν κόσμο στον οποίο θα κυριαρχεί η τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη. Επαγωγικά, οι μελλοντικές γενιές θα πρέπει να διδάσκονται δεξιότητες και όχι γνώση. Ο επαναπροσανατολισμός της εκπαίδευσης συνεπάγεται και τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου των εκπαιδευτικών από μεταλαμπαδευτές γνώσεων σε διαμεσολαβητές δεξιοτήτων, όπως η ανθεκτικότητα, η ευελιξία, η ανεξάρτητη και κριτική σκέψη, η δημιουργικότητα, η συνεργατικότητα, η συναισθηματική νοημοσύνη και η ενσυναίσθηση. Καταληκτικά, η εκπαίδευση μπορεί και πρέπει να γίνει το μέσο για τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου για τις παρούσες και μελλοντικές γενιές.

ΔΙΑΒΑΣΕ: Πώς επηρεάζεται η ψυχολογία των παιδιών που θα επιστρέψουν στο σχολείο

Mπορείς να γνωρίσεις καλύτερα τη Θεοδοσία Κυριάκου μέσω της συνέντευξης της ΕΔΩ, ή ακολουθώντας την στο Instagram, EΔΩ    

Home