Thumbnail

«Ο πολιτισμός δουλεύει σαν ντόμινο σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας μας» «Ο πολιτισμός δουλεύει σαν ντόμινο σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας μας»

Η διευθύντρια της Λεβέντειου Πινακοθήκης, Λουκία Λ. Χατζηγαβριήλ, είναι ένας άνθρωπος που δεν επαναπαύεται 
Από μικρή, δραπεύεται από τη δική της καθημερινότητα, διαβάζοντας βιβλία του Ιούλιου Βερν, του Κάρολου Ντίκενς και άλλων κλασικών συγγραφέων, ταξιδεύοντας σε ξένους τόπους και κουλτούρες. Μεγαλώνοντας, αποφάσισε να ακολουθήσει τον δρόμο της τέχνης, κάτι που κάνει με μεγάλη αφοσίωση, χωρίς να χάνει τον ενθουσιασμό της. Γιατί αν κάτι ξέρει καλά η διευθύντρια της Λεβέντειου Πινακοθήκης, Λουκία Λ. Χατζηγαβριήλ, μέσα από την πολύχρονη πείρα της, είναι ότι η διαρκής αναζήτηση, προσφέρει νέες ιδέες και συνάμα βοηθά να μένει το πνεύμα ελεύθερο και σύγχρονο! 

Ψάχνοντας για εσάς, ομολογώ πως εκπλάγηκα ευχάριστα όταν έμαθα ότι επί 29 χρόνια υπηρετήσατε τις τέχνες ως η πρώτη έφορος και διευθύντρια του Λεβέντειου Δημοτικού Μουσείου Λευκωσίας. Σχεδόν μια ολόκληρη ζωή. Αν βάζετε έναν τίτλο, ποιος θα ήταν αυτός;

Μια πόλη μαγική: Η Λευκωσία, η τελευταία  μοιρασμένη πρωτεύουσα της Ευρώπης. 

Τι μάθατε μέσα από την πολύχρονη πορεία σας;

Να εκτιμώ την ιστορία του τόπου μου, να θαυμάζω το πνεύμα και τις ιδέες που πηγάζουν μέσα από τη μελέτη της ιστορία και της ιστορίας της τέχνης.

Από τότε που θυμάστε τον εαυτό σας, βρίσκατε συναρπαστική την τέχνη ή σας φαινόταν βαρετή, όπως στα πλείστα παιδιά; 

Μου άρεσε πολύ να διαβάζω βιβλία, κλασικούς συγγραφείς, όπως o Βίκτωρ Ούγκο, o Ιούλιος Βερν, o Κάρολος Ντίκενς…Tαξίδευα μαζί τους σε ξένους τόπους, σε άλλες κουλτούρες. Έτσι άρχισα να ενδιαφέρομαι να γνωρίσω τη Γαλλία, την Ιταλία, την Αγγλία. Το πρώτο μου ταξίδι στο εξωτερικό ήταν στην Ελλάδα και την Ιταλία. Εκεί μαγεύτηκα, όχι μόνο από το αρχαιοελληνικό πνεύμα, αλλά και τη ζωντανή παρουσία της ιστορίας, από την αρχαιότητα στην Αναγέννηση και μετ΄έπειτα. Καθοριστική ήταν η παρουσία του πατέρα μου. Ήταν εκείνος που με ανέβασε στην Ακρόπολη, με πήρε σε μουσεία, εκκλησίες και χώρους πολιτισμού σε αυτό το πρώτο μου ταξίδι. Όλα αυτά για μένα ήταν μια αποκάλυψη, μια πρόκληση να μάθω, να δω και να ακούσω ακόμη περισσότερα.

Λουκία Χατζηγαβριήλ Λεβέντειος Πινακοθήκη

Έχετε πει σε πρόσφατη συνέντευξή σας ότι το κλειδί είναι να μην χάνεις ποτέ την περιέργεια σου. Είναι τόσο απλό ή χρειάζεται να καταβάλλεις προσπάθεια για να μην χάσεις το ενδιαφέρον προς τα πράγματα και τους ανθρώπους γύρω σου;

Η συνεχής αναζήτηση, η περιέργεια πολλές φορές, είναι αυτό που -τουλάχιστον εμένα- με βοηθά να ανοίξω τους ορίζοντες μου, να μάθω, να δω και να γνωρίσω περισσότερα. Όχι μόνο για να εμπλουτίσω τις γνώσεις μου, αλλά και για να μπορώ να συμβάλω με τον δικό μου τρόπο στα πολιτιστικά δρώμενα. Από περιέργεια και επιμονή, ίσως και από διαίσθηση, ότι κάτι σημαντικό ήταν κρυμμένο κάτω από την επιφάνεια, που θα μας ταξίδευε πέρα από αυτά που βλέπει το μάτι, ανακαλύψαμε (με μια απλή ακτινογραφία) ότι ένα έργο της συλλογής Λεβέντη δεν είναι μόνο της σχολής του Τιτσιάνο, αλλά ότι είναι του Στούντιο και του ιδίου του μεγάλου ζωγράφου. Η δική μου αντιμετώπιση είναι πως πρέπει να υπάρχει μια διαρκής αναζήτηση σε ό,τι κι αν κάνουμε στον χώρο του πολιτισμού. Αυτή η διάδραση είναι που ανοίγει νέους ορίζοντες, προσφέρει νέες ιδέες και βοηθά να μένει το πνεύμα ελεύθερο και σύγχρονο.  

Αλήθεια, θυμάστε πώς νιώσατε όταν σας ζήτησαν να αναλάβετε ως διευθύντρια τη Λεβέντειο Πινακοθήκη

Ήταν ιδιαίτερη τιμή για μένα η πρόταση του Ιδρύματος. Ήμουν σε μια φάση της ζωής μου και της επαγγελματικής μου καριέρας που αναζητούσα την αλλαγή, τόσο ως ανανέωση, όσο και ως πρόκληση. Η ιστορία της Λευκωσίας για 28 τόσα χρόνια ήταν ένα ουσιαστικό ταξίδι γνώσης και επαγγελματικής κατάρτισης. Το μουσείο μεταμορφώθηκε μέσα σε αυτά τα χρόνια. Εμπλουτίστηκε με πληθώρα εκθεμάτων και αντικειμένων που του έδωσαν ζωή, ενώ έδωσαν φωνή και στην ιστορία της πόλης μας. Επεκτάθηκε 4 φορές! Οπότε, η πρόκληση για κάτι άλλο, για αλλαγή πλεύσης θα έλεγα σε νέους ορίζοντες, αλλά με προορισμό ένα πολύ κοντινό «λιμάνι» στην ίδια πόλη, την πόλη μας, τη Λευκωσία, ήταν μια πρόταση που ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Γνωρίζοντας μάλιστα καλά το κοινό αυτής της πόλης, ένιωθα ιδιαίτερα άνετα να ξεκινήσω αυτό το ταξίδι, γνώριμο και συνάμα άγνωστο. 

Τότε, βάλατε κάποιο στοίχημα με τον εαυτό σας; Ποιος είναι ο προσωπικός σας στόχος σε σχέση με τη Λεβέντειο Πινακοθήκη; 

Το Λεβέντειο Δημοτικό Μουσείο είναι ένα μουσείο στον οποίο τον κύριο λόγο είχαν όχι τόσο τα ίδια τα εκθέματα, όσο η ιδέα πίσω από αυτά. Το όραμα του τότε Δημάρχου Λευκωσίας, Λέλλου Δημητριάδη, ήταν να διηγηθεί στο κοινό μια ιστορία, γνώριμη και άγνωστη. Την ιστορία της πόλης μας, της τελευταίας μοιρασμένης πρωτεύουσας της Ευρώπης. Στη Λεβέντειο Πινακοθήκη η πρόκληση ήταν εντελώς διαφορετική. Εδώ κυριαρχούν οι συλλογές. Εδώ «βασιλεύουν» τα ίδια τα έργα, οι πίνακες των παλαιών δασκάλων της ευρωπαϊκής τέχνης, των ιμπρεσιονιστών, τα έργα που «διηγούνται» την ιστορία της ελληνικής ζωγραφικής κι εκείνα που «μιλούν» για το ταλέντο των πρώτων Κύπριων ζωγράφων του 20ού αιώνα. Μέσα σ’ ένα ξεχωριστό κτίριο, που κτίστηκε ειδικά για να φιλοξενήσει μια συλλογή μοναδική, προσβάσιμη σε κοινό και ερευνητές. Οι δύο συλλογές που απέκτησε εν ζωή ο Αναστάσιος Λεβέντης, αποτελούν τον βασικό μας πυρήνα. Δουλειά μου τα 8 τελευταία χρόνια ήταν πρωτίστως να μελετηθούν τα ίδια τα έργα -ελαιογραφίες, υδατογραφίες, χαρακτικά και σχέδια- καθώς επίσης έπιπλα και αντικείμενα τέχνης. Να συντηρηθούν και να δημοσιευτούν από διακεκριμένους επιστήμονες σε ολόκληρο τον κόσμο, έτσι ώστε να γίνουν ακόμη πιο γνωστά και να εμπλουτίσουν τη διεθνή βιβλιογραφία.  Η τρίτη μας συλλογή, η κυπριακή, είναι η νεότερη και μικρότερη. Ιδρύθηκε μετά το θάνατό του Αναστασίου Γ. Λεβέντη, με έναν και μόνο στόχο: Αυτή η συλλογή, παρουσιάζοντας την πρώτη γενιά των Κυπρίων καλλιτεχνών, να συναντήσει κάτω από την ίδια στέγη και να συμπληρώσει τις άλλες δύο, ως αναπόσπαστο κομμάτι της ευρωπαϊκής ιστορίας της τέχνης στο σύνολό της. Γύρω από τις τρεις αυτές συλλογές, στήθηκε η μουσειογραφική μελέτη, έτσι ώστε να μας «διηγηθεί» κάτι από την ιστορία της ευρωπαϊκής τέχνης, ταξιδεύοντας τον επισκέπτη από τη μετα-αναγεννησιακή Ευρώπη στην απελευθερωμένη Ελλάδα και τα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Από τον Canaletto στον Chagall, από τον Βολανάκη στον Τσαρούχη, από τον Κισσονέργη στον Διαμαντή. Εδώ πρέπει να πω πως σημασία έχει η σωστή ομάδα, γιατί σίγουρα ένα άτομο δεν μπορεί να κάνει τα πάντα. O Pierre Auguste Renoir είπε κάποτε: «Ο μόνος τρόπος να κατανοήσει κανείς τη ζωγραφική είναι να σταθεί και να την κοιτάξει. Κι αν μέσα σ’ ένα εκατομμύριο επισκέπτες υπάρχει έστω κι ένας για τον οποίον η τέχνη σημαίνει κάτι, αυτό και μόνο αρκεί για να δικαιολογήσει την ύπαρξη των μουσείων». Σ' αυτό πιστεύω ακράδαντα.  

Πέρα από διευθύντρια, ως κάτοικος της Λευκωσίας, πώς αισθάνεστε όταν αντικρίζετε τη Λεβέντειο Πινακοθήκη;

Η συγκεκριμένη ερώτηση νομίζω είναι περιττή. Σίγουρα είμαι περήφανη, όχι γιατί εγώ κατάφερα να δημιουργήσω ένα νέο κύτταρο πολιτισμού σε μια πόλη κι έναν τόπο που τόσο το έχει ανάγκη, αλλά γιατί όλοι μας, πρώτα το Ίδρυμα Λεβέντη και όλοι εμείς, η ομάδα της Πινακοθήκης, καταφέραμε σε διάστημα 4 ετών να ανοίξουμε έναν διάλογο με τους πολίτες της χώρας μας. Να τους προσφέρουμε ένα μοναδικό ταξίδι στην ευρωπαϊκή τέχνη και ταυτόχρονα να «κτίσουμε» διεθνείς συνεργασίες, που φέρνουν τον τόπο μας στο κέντρο των σύγχρονων εξελίξεων, στην έρευνα και τη διάδοση της ευρωπαϊκής τέχνης. 

Λουκία Χατζηγαβριήλ Λεβέντειος Πινακοθήκη

Είστε μια γυναίκα που ταξιδεύει συχνά και σίγουρα στα κατά καιρούς ταξίδια σας επισκέπτεστε πινακοθήκες και μουσεία τέχνης. Όταν βρίσκεστε εκεί, αισθάνεστε ότι η Κύπρος έχει καταφέρει με τη Λεβέντειο Πινακοθήκη να αποκτήσει ένα στολίδι για τον πολιτισμό; 

Έχουμε οργανώσει και φιλοξενήσει διεθνείς εκθέσεις, οι οποίες δεν υστερούν καθόλου σε ποιότητα, καθώς και παρουσίαση από εκθέσεις μεγάλων μουσείων του εξωτερικού. Αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά οι καλές κριτικές που λαμβάνουμε από τον διεθνή Τύπο, τα τόσο θερμά, θετικά σχόλια από τις συνεργασίες μας με το εξωτερικό, με μουσεία, πινακοθήκες και πολιτιστικά ιδρύματα από την Ευρώπη και την Αμερική. Το ίδιο ισχύει και για το κοινό μας, που μας έχει αγκαλιάσει με ιδιαίτερο ενθουσιασμό και αγάπη. Αν και «νεαρή» ακόμη, η Πινακοθήκη έχει αποδείξει ότι μπορεί και συνεργάζεται με μεγάλα μουσεία ως ίσος εταίρος στην έρευνα και την παρουσίαση προγραμμάτων παγκοσμίου ενδιαφέροντος. Τα ταξίδια μου στο εξωτερικό γίνονται ακριβώς για να «κτίσουμε» αυτές τις διεθνείς συνεργασίες. Φανταστήκατε ποτέ ότι μετά από μόλις 4 χρόνια λειτουργίας, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, η Λεβέντειος Πινακοθήκη παρουσιάζει έκθεση στο Βρετανικό Μουσείο, την οποία έχουν επισκεφθεί κατά τον πρώτο μόνο μήνα, 57.000 άτομα; Σκεφτείτε ότι με το Μουσείο της Λυών, του Chambery, το Λούβρο και το V&A, ετοιμάζουμε έκθεση που θα περιοδεύσει την Ευρώπη. «Voyager ca fais avancer». «Όταν ταξιδεύεις, προοδεύεις», μου είπε κάποτε σε ένα κοινό μας ταξίδι ο διακεκριμένος αρχαιολόγος Βάσσος Καραγεώργης. Και αυτό είναι αλήθεια.

Θεωρείτε ότι το ίδιο ισχύει και για το κυπριακό κοινό; Έχει καταφέρει η Λεβέντειος Πινακοθήκη να γίνει μέρος της καθημερινότητάς του; 

Θέλει ακόμη δουλειά για να συμβεί αυτό. Είναι μια κουλτούρα που λείπει ακόμη από την Κύπρο και πρέπει να την «κτίσουμε». Δεν λέμε εύκολα: «Θα περάσω από μια έκθεση μετά το γραφείο». Θέλει υπομονή, επιμονή και σωστή προβολή, για να κερδίσουμε ένα ευρύτερο κοινό και αυτό προσπαθούμε να το πετύχουμε μέσα από τις ποικίλες εκδηλώσεις, εκθέσεις, διαλέξεις και εκπαιδευτικά προγράμματα που διοργανώνουμε. 

Έχετε δηλώσει σε συνέντευξή σας πως έχουμε ανάγκη τον πολιτισμό. Ως ένας άνθρωπος που τον υπηρετεί για χρόνια, γιατί πιστεύετε ότι ως κράτος δεν επενδύουμε στον πολιτισμό, όσο θα έπρεπε;

Δυστυχώς, δεν επενδύουμε. Διαβάζοντας πρόσφατα μια εξαιρετική μελέτη για τον Λουδοβίκο ΧΙV (1638- 1715) –τον επονομαζόμενο βασιλιά Ήλιο της Γαλλίας– ανακάλυψα μέσα από τις σκέψεις και το προβληματισμούς του, τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησε τον πολιτισμό για να εδραιώσει τη γαλλική κυριαρχία. Το πώς, περικυκλωμένος από μεγάλες δυνάμεις, όπως η Αγγλία, η Ολλανδία και η Ισπανία, αποφάσισε ότι η Γαλλία θα μπορούσε να επιβληθεί με τον πολιτισμό και το στιλ της. Θα σας φανεί ίσως παράξενο, αλλά κάτι αντίστοιχο έπρεπε να κάνει και η Κύπρος. 

Λουκία Χατζηγαβριήλ Λεβέντειος Πινακοθήκη

Θεωρείτε ότι, αν μη τι άλλο, έχει σημειωθεί πρόοδος σε σχέση με το παρελθόν;

Έχουμε ακόμη δρόμο. Μπορούμε όμως. Για πρώτη φορά αρχίζουμε να έχουμε τις υποδομές. Το θέμα είναι να αποκτήσουμε και τη βούληση. 

Εκτός από κρατική ευθύνη, ο πολιτισμός δεν είναι και προσωπική ευθύνη, με την έννοια ότι εμείς οι ίδιοι οφείλουμε να τον καλλιεργήσουμε στα παιδιά μας; 

Σίγουρα, ο πολιτισμός αρχίζει από τον μικρόκοσμο του σπιτιού μας, αλλά δουλεύει σαν ντόμινο σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας μας. 

Τι σας λένε οι μικροί επισκέπτες φεύγοντας από τη Λεβέντειο Πινακοθήκη; Πώς αντιλαμβάνονται την τέχνη; 

Η τέχνη «μιλά» σε όλους και ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο ερμηνείας και επικοινωνίας. Τα παιδιά έχουν απίστευτη αντιμετώπιση, ερμηνεύουν με τον δικό τους τρόπο και με εξαιρετική ευαισθησία τα έργα. Τα αποτελέσματα από τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα είναι εκπληκτικά.

Τι ετοιμάζετε στην παρούσα φάση για τη Λεβέντειο;

Έχουμε ήδη τροχοδρομημένες τις εκθέσεις μας για τα επόμενα 3 χρόνια, καθώς και τοπικές, αλλά κυρίως διεθνείς συνεργασίες, στον τομέα της έρευνας της ιστορίας της τέχνης. Χρυσά νομίσματα και βασιλιάδες, ιμπρεσιονιστές γεμάτοι φως και χρώμα, άγνωστες ιστορίες και πολλά άλλα ωραία θέματα ετοιμάζονται. Είμαστε ευγνώμονες που το Ίδρυμα Λεβέντη στηρίζει και υλοποιεί το όραμά μας. 

Φωτογραφίες: Μάριος Ιωσηφίδης και από αρχείο κας. Χατζηγαβριήλ 

Home