Γιατί ταραχτήκαμε τόσο πολύ βλέποντας το « Adolescence»;
Η Άνθια Χριστοδούλου Θεοφίλου Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, ECP, Ιδρυτικό μέλος του ΠΣΨΘ, απάντησε αποκλειστικά στο MyLife με σαφήνεια σε όλα τα «γιατί» που μας δημιουργήθηκαν βλέποντας αυτή τη σειρά. Γιατί ταραχτήκαμε τόσο πολύ; Γιατί οι γονείς δεν έχουν τόσο στενή επικοινωνία με τα παιδιά τους αλλά και γιατί το bullying αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια;
Κυρία Θεοφίλου, πιστεύετε ότι το Adolescence έγινε τόσο μεγάλη επιτυχία;
Η σειρά εξετάζει τη σκοτεινή πλευρά της εφηβείας, αγγίζοντας ζητήματα όπως η τοξική αρρενωπότητα, η διαδικτυακή ριζοσπαστικοποίηση, αλλά και οι πιέσεις του ψηφιακού κόσμου. Οι έφηβοι, σε μια κρίσιμη φάση διαμόρφωσης της ταυτότητάς τους, συχνά πέφτουν θύματα μισογυνικών κοινοτήτων στο διαδίκτυο, ενώ παράλληλα βιώνουν τις επιπτώσεις του cyber bullying, της κοινωνικής απομόνωσης και της αδιάκοπης σύγκρισης με εξιδανικευμένες διαδικτυακές εικόνες. Αυτή η πραγματικότητα μας καλεί να αναλογιστούμε τον ρόλο μας ως γονείς, ως εκπαιδευτικοί και ως μέλη της κοινωνίας: Πόσο προετοιμασμένοι είμαστε να προστατεύσουμε τα παιδιά μας από αυτές τις επιρροές; Ποιες δεξιότητες αντιμετώπισης και εσωτερικούς πόρους πρέπει να βοηθήσουμε τα παιδιά να αναπτύξουν, ώστε να χτίσουν ανθεκτικότητα απέναντι σε αυτές τις απειλές; Επιπλέον, το Adolescence φωτίζει την αυξανόμενη βία μεταξύ των νέων, ιδιαίτερα τα εγκλήματα με μαχαίρι στο Ηνωμένο Βασίλειο. Βλέποντας έναν φαινομενικά «καλό» μαθητή να διαπράττει μια τόσο βίαιη πράξη, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε: Ποιες είναι οι ρίζες αυτής της βίας; Πώς μπορούμε να εντοπίσουμε και να αντιμετωπίσουμε τα σημάδια πριν να είναι αργά; Οι θεατές δεν μπορούν να παραμείνουν απλοί παρατηρητές αντίθετα, αναγκάζονται να βιώσουν την αγωνία, τη θλίψη και την οργή που πηγάζουν από την ιστορία. Δεν είναι απλώς μια τηλεοπτική σειρά είναι ένας καθρέφτης της κοινωνίας μας, που μας προκαλεί να δούμε τις αδυναμίες και τις παραλείψεις μας. Μας καλεί να αναλάβουμε δράση, να ανοίξουμε τον διάλογο και να δημιουργήσουμε ένα ασφαλέστερο περιβάλλον για τους νέους μας. Η ωμή απεικόνιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι έφηβοι σήμερα αποτελεί ένα καμπανάκι αφύπνισης για όλους μας. H σειρά λειτουργεί ως ένα πολύτιμο επιμορφωτικό εργαλείο όχι μόνο για τους γονείς, αλλά και για τους εκπαιδευτικούς που εργάζονται σε σχολεία με αυτές τις ευάλωτες ηλικίες. Προσφέρει μια βαθύτερη κατανόηση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι μαθητές τους και των μηχανισμών που οδηγούν ορισμένους σε επικίνδυνες κατευθύνσεις. Οι εκπαιδευτικοί καλούνται να αναγνωρίσουν τα προειδοποιητικά σημάδια, να παρέχουν υποστήριξη και να συμβάλουν στην ανάπτυξη ενός σχολικού περιβάλλοντος που προάγει την ενσυναίσθηση και την ασφάλεια.
Γιατί ταραχτήκαμε τόσο πολύ βλέποντας αυτή τη σειρά;
Η σειρά έφερε στην επιφάνεια δύσκολα συναισθήματα, είτε από προσωπικές αναμνήσεις είτε από ανησυχίες για τα παιδιά μας. Ειδικά οι γονείς ένιωσαν ένταση, καθώς η σειρά τους έβαλε στη θέση του παρατηρητή ενός εφηβικού κόσμου που συχνά τους είναι αόρατος. Υπήρξαμε κι εμείς έφηβοι, γνωρίζουμε τη μοναξιά, τις ανασφάλειες και τις συγκρούσεις αυτής της ηλικίας. Όμως, η εποχή του σήμερα παρουσιάζει προκλήσεις με τρόπους που εμείς δεν είχαμε αντιμετωπίσει. Το cyber bullying, η συνεχής διαδικτυακή έκθεση, η πίεση των social media και η επικοινωνία μέσα από emojis, όπου ένα λάθος σύμβολο μπορεί να αλλάξει εντελώς το μήνυμα, δημιουργούν έναν κόσμο πιο περίπλοκο και απαιτητικό. Το Adolescence υπενθυμίζει ότι η εφηβεία δεν είναι απλά μια φάση, αλλά ένας αγώνας διαμόρφωσης ταυτότητας, όπου η παραμικρή απόρριψη ή πίεση μπορεί να έχει τεράστιο αντίκτυπο στην ψυχολογία ενός εφήβου.
Ισχύει ότι οι γονείς πλέον δεν έχουν καλή επικοινωνία με τα παιδιά τους και πώς μπορεί αυτό να αλλάξει;
Η επικοινωνία μεταξύ γονέων και παιδιών έχει γίνει πιο δύσκολη λόγω της τεχνολογίας, του έντονου ρυθμού ζωής και της διαφορετικής αντίληψης για τον κόσμο. Πολλοί γονείς επικεντρώνονται στην παροχή υλικών αγαθών και στη διαχείριση της καθημερινότητας, χωρίς να δημιουργούν ουσιαστικές στιγμές σύνδεσης και χωρίς να δίνουν σημασία στις πιο εσωτερικές, συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών. Η αλλαγή απαιτεί χρόνο, πρόθεση, σταθερότητα και συνέπεια, συζήτηση χωρίς επικρίσεις, ανοιχτή στάση απέναντι στις σκέψεις και τα συναισθήματα των παιδιών, αλλά και το θάρρος να εξετάσουν οι ίδιοι οι γονείς τη δική τους συμπεριφορά και να επουλώσουν τα δικά τους παιδικά τραύματα, ώστε να μην προβάλλουν στα παιδιά τους τα δικά τους φορτία από το παρελθόν.
Το bullying είναι ένα συχνό φαινόμενο στα σχολεία. Γιατί θεωρείτε ότι αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια;
Το bullying πάντα υπήρχε, αλλά η διαφορά σήμερα είναι ότι έχει πολλαπλασιαστεί και εκτείνεται και στον ψηφιακό χώρο. Οι νέες μορφές διαδικτυακής βίας επιτρέπουν την ανωνυμία και κάνουν τη θυματοποίηση συνεχόμενη. Ταυτόχρονα, η κοινωνική πίεση για αποδοχή, η έλλειψη συναισθηματικής εκπαίδευσης στα σχολεία και η απουσία υποστηρικτικών δομών συμβάλλουν στην αύξηση του φαινομένου. Η αυξανόμενη θυματοποίηση οδηγεί σε σοβαρές ψυχικές συνέπειες για τα παιδιά, όπως άγχος, κατάθλιψη και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Η εκπαίδευση στην ενσυναίσθηση, η προώθηση της συναισθηματικής αγωγής και η ενίσχυση των υποστηρικτικών δομών στα σχολεία μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση του bullying και να δημιουργήσουν ένα ασφαλέστερο περιβάλλον για τα παιδιά.
Στη σειρά παρουσιάζεται και το πρότυπο του Andrew Tate. (εργάζεται σκληρά για να προφυλάξει τα αγόρια και τους άνδρες από την εκθήλυνση που τους επιφυλάσσει ο φεμινισμός και η woke κουλτούρα.) Πώς τέτοια «πρότυπα» επηρεάζουν την ψυχοσύνθεση ενός εφήβου;
Τα πρότυπα όπως ο Andrew Tate εκμεταλλεύονται την ανάγκη των εφήβων για ψυχική δύναμη, αυτοπεποίθηση και αποδοχή. Ένας έφηβος που αναζητά καθοδήγηση μπορεί να επηρεαστεί από τέτοια πρότυπα, ιδίως αν νιώθει ότι δεν ακούγεται στο σπίτι του ή ότι δεν έχει άλλα υγιή και δυναμικά αντρικά πρότυπα γύρω του. Η εξιδανίκευση τέτοιων ατόμων μπορεί να ενισχύσει τοξικές αντιλήψεις για τη δύναμη, τις σχέσεις και την αρρενωπότητα.
Με ποιον τρόπο οι γονείς μπορούν να ξέρουν σε τι εφαρμογές μπαίνουν τα παιδιά τους και τι παρακολουθούν στα social media;
Αν και υπάρχουν εργαλεία γονικού ελέγχου που επιτρέπουν στους γονείς να παρακολουθούν τις εφαρμογές που χρησιμοποιούν τα παιδιά τους, δεν υπάρχει μαγικός τρόπος για να ελέγξουν απόλυτα τις διαδικτυακές δραστηριότητές τους. Η ανοιχτή επικοινωνία, η εμπιστοσύνη και ο διάλογος είναι τα πιο σημαντικά εργαλεία που βοηθούν στην κατανόηση του ψηφιακού περιβάλλοντος του παιδιού. Οι γονείς αντί να λειτουργούν ως «αστυνομικοί», μπορούν να δείξουν ενδιαφέρον, να κάνουν συζητήσεις για το πώς λειτουργούν οι πλατφόρμες και να δημιουργήσουν ένα ασφαλή χώρο όπου το παιδί θα νιώθει την άνεση να μιλήσει για ό,τι βλέπει ή βιώνει στο διαδίκτυο.
Στη σειρά ο πατέρας παρουσιάζεται ως ένας άνθρωπος με ενσυναίσθηση παρά το γεγονός ότι πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Γιατί δε λειτούργησε η σχέση μαζί με τον γιο του;
Η ενσυναίσθηση, αν και σημαντική, πιθανότατα δεν αρκεί από μόνη της για να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ γονιού και παιδιού. Ο πατέρας, παρά τις καλές του προθέσεις, ίσως κουβαλούσε άλυτα τραύματα από τη δύσκολη παιδική του ηλικία, τα οποία επηρέαζαν τη σχέση του με τον γιο του. Επειδή πιθανόν δεν είχε επεξεργαστεί πλήρως το παρελθόν του, μπορεί να αναπαρήγαγε ασυνείδητα δυσλειτουργικά μοτίβα συμπεριφοράς, δυσκολεύοντας την ουσιαστική σύνδεση με τον Jamie. Για παράδειγμα, η αδυναμία του να διαχειριστεί υγιώς τον θυμό του τον έκανε ίσως ένα δυσλειτουργικό πρότυπο, επηρεάζοντας τόσο τη μεταξύ τους σχέση όσο και την ικανότητα του Jamie να αναπτύξει υγιείς μηχανισμούς αυτορρύθμισης. Η προσωπική ψυχοθεραπεία των γονιών παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη μιας αυθεντικής και υγιούς σχέσης με τα παιδιά. Σε αυτή την περίπτωση, ένας επιπλέον παράγοντας που ίσως επιβάρυνε τη σχέση του Eddie με τον γιο του ήταν η ντροπή που πιθανόν ένιωθε όταν ο Jamie δεν τα κατάφερνε στο ποδόσφαιρο. Αντί να τον υποστηρίξει και να τον ενθαρρύνει, φαίνεται να αισθανόταν απογοήτευση ή ακόμα και αμηχανία, κάτι που μετέφερε στο παιδί του μέσα από τη συμπεριφορά του (π.χ., δεν μπορούσε να τον κοιτάξει στα μάτια). Αυτό πιθανόν να δημιούργησε στον Jamie αισθήματα ανεπάρκειας και απόρριψης, αυξάνοντας τη μεταξύ τους απόσταση. Επιπλέον, ο Eddie μπορεί να μην επικύρωνε τον Jamie με τον τρόπο που εκείνος το χρειαζόταν. Ίσως δεν αναγνώριζε επαρκώς τα συναισθήματα, τις προσπάθειες ή τις ανάγκες του, γεγονός που πιθανόν να έκανε το παιδί να νιώθει ότι δεν είναι αρκετά καλό ή ότι δεν αξίζει την αγάπη και την αποδοχή του πατέρα του.Όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από τα τελευταία λόγια του πατέρα προς τον γιο του: «Λυπάμαι, γιε μου, θα έπρεπε να τα είχα καταφέρει καλύτερα». Αυτή η φράση αποκαλύπτει την ενοχή του για το ότι δεν στάθηκε δίπλα στο γιό του με τον τρόπο που εκείνος τον χρειαζόταν. Η περίπτωση του Eddie μας υπενθυμίζει ότι η αγάπη δεν αρκεί αν δεν εκφράζεται με τρόπους που καλύπτουν τις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού. Η ανοιχτή επικοινωνία, η επικύρωση των συναισθημάτων και η σταθερή συναισθηματική διαθεσιμότητα είναι θεμέλια για μια ουσιαστική σχέση γονέα-παιδιού.
Τέθηκε και το δίλημμα αν οι γονείς πρέπει να δουν αυτή τη σειρά με τα παιδιά τους. Τι θεωρείτε είναι το πιο σωστό;
Η απάντηση εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού και τη δυναμική της οικογένειας. Για εφήβους, η από κοινού παρακολούθηση μπορεί να αποτελέσει μια ευκαιρία για διάλογο, αρκεί οι γονείς να είναι διατεθειμένοι να ακούσουν χωρίς κριτική διάθεση και να είναι προετοιμασμένοι να συζητήσουν τα δύσκολα θέματα με ανοιχτό μυαλό. Σε μικρότερες ηλικίες, ίσως η σειρά να μην είναι κατάλληλη, αλλά οι γονείς μπορούν να ενημερωθούν για το περιεχόμενο και να χρησιμοποιήσουν κάποια από τα θέματα της για να ανοίξουν συζητήσεις με τα παιδιά τους, προσαρμόζοντας τις συζητήσεις στο επίπεδο κατανόησης του παιδιού.